Σχεδόν κάθε είδος θηλαστικού είχε εξαλειφθεί από προσώπου Γης, από τον προϊστορικό αστεροειδή που πιστεύαμε ότι είχε εξαφανίσει τους δεινοσαύρους, αποτυπώνει μια νέα έρευνα.
Περίπου το 93% των ειδών των θηλαστικών, εξαφανίστηκαν από τη
σύγκρουση, η οποία έλαβε χώρα κατά την Κρητιδική περίοδο, περισσότερα
από 66 εκατομμύρια χρόνια πριν.
Εξέταση των απολιθωμάτων από επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Bath, αποκάλυψε ότι οι επιπτώσεις του αστεροειδή ήταν πολύ πιο σοβαρές από ό,τι εθεωρείτο μέχρι σήμερα.
Προηγούμενες εκτιμήσεις ήταν πολύ χαμηλότερες, επειδή μερικά από τα σπανιότερα είδη που σκοτώθηκαν άφησαν ένα μικρότερο αρχείο απολιθωμάτων, είπαν οι ερευνητές.
Ο δρ Νικ Λόνγκριτς, από το Πανεπιστήμιο του Μπαθ, δήλωσε: «Τα είδη που είναι πιο ευάλωτα στην εξαφάνιση είναι τα σπάνια αυτά, και επειδή είναι σπάνια, τα απολιθώματά τους είναι λιγότερο πιθανό να βρεθούν».
«Τα είδη που τείνουν να επιβιώνουν είναι αυτά που απαντώνται πιο συχνά, οπότε έχουμε και την τάση να τα βρίσκουμε».
«Το αρχείο των απολιθωμάτων είναι γεμάτο με αυτά των ειδών που επέζησαν. Όσο άσχημα κι αν έδειχναν τα πράγματα πριν, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων στοιχείων, φαίνεται ότι η εξαφάνιση ήταν πιο σοβαρή από ό,τι πίστευαν στο παρελθόν».
Διαπιστώθηκε επίσης ότι η καταστροφική επίδραση του αστεροειδή για τη ζωή στη Γη μετριάστηκε από την ταχύτατη ανάρρωση των ειδών.
Μέσα σε 300.000 χρόνια, ο αριθμός των ειδών στον πλανήτη ήταν διπλάσιος από αυτά που υπήρχαν πριν από τη μαζική εξαφάνιση.
Λόγω της έλλειψης τροφής που προέκυψε από την εκτεταμένη καταστροφή της βλάστησης και των ζώων, πιστεύεται ότι το μεγαλύτερο ζωντανό ζώο στη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου θα ήταν περίπου στο μέγεθος μιας γάτας.
Ο Δρ Λόνγκριτς πρόσθεσε: «Επειδή τα θηλαστικά ανέκαμψαν τόσο γρήγορα μετά την εξαφάνιση, έχουμε την τάση να υποθέτουμε ότι δεν τους χτύπησε τόσο σκληρά».
«Ωστόσο, η ανάλυσή μας δείχνει ότι τα θηλαστικά επλήγησαν σκληρότερα από ότι οι περισσότερες ομάδες ζώων, όπως οι σαύρες, χελώνες, κροκόδειλοι, αλλά αποδείχθηκε ότι ήταν και πολύ πιο προσαρμόσιμα στον απόηχο του τραγικού χτυπήματος».
«Δεν ήταν τα χαμηλά ποσοστά εξαφάνισης, αλλά η ικανότητα να ανακάμψουν και να προσαρμοστούν μετά την εξαφάνιση, αυτό που οδήγησε τα θηλαστικά να καταλάβουν τον πλανήτη».
Οι ερευνητές ανέλυσαν όλα τα γνωστά είδη θηλαστικών στη Βόρεια Αμερική από τα τέλη της Κρητιδικής περιόδου για την εξαγωγή των συμπερασμάτων τους.
Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα της εξελικτικής βιολογίας.
Εξέταση των απολιθωμάτων από επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Bath, αποκάλυψε ότι οι επιπτώσεις του αστεροειδή ήταν πολύ πιο σοβαρές από ό,τι εθεωρείτο μέχρι σήμερα.
Προηγούμενες εκτιμήσεις ήταν πολύ χαμηλότερες, επειδή μερικά από τα σπανιότερα είδη που σκοτώθηκαν άφησαν ένα μικρότερο αρχείο απολιθωμάτων, είπαν οι ερευνητές.
Ο δρ Νικ Λόνγκριτς, από το Πανεπιστήμιο του Μπαθ, δήλωσε: «Τα είδη που είναι πιο ευάλωτα στην εξαφάνιση είναι τα σπάνια αυτά, και επειδή είναι σπάνια, τα απολιθώματά τους είναι λιγότερο πιθανό να βρεθούν».
«Τα είδη που τείνουν να επιβιώνουν είναι αυτά που απαντώνται πιο συχνά, οπότε έχουμε και την τάση να τα βρίσκουμε».
«Το αρχείο των απολιθωμάτων είναι γεμάτο με αυτά των ειδών που επέζησαν. Όσο άσχημα κι αν έδειχναν τα πράγματα πριν, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων στοιχείων, φαίνεται ότι η εξαφάνιση ήταν πιο σοβαρή από ό,τι πίστευαν στο παρελθόν».
Διαπιστώθηκε επίσης ότι η καταστροφική επίδραση του αστεροειδή για τη ζωή στη Γη μετριάστηκε από την ταχύτατη ανάρρωση των ειδών.
Μέσα σε 300.000 χρόνια, ο αριθμός των ειδών στον πλανήτη ήταν διπλάσιος από αυτά που υπήρχαν πριν από τη μαζική εξαφάνιση.
Λόγω της έλλειψης τροφής που προέκυψε από την εκτεταμένη καταστροφή της βλάστησης και των ζώων, πιστεύεται ότι το μεγαλύτερο ζωντανό ζώο στη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου θα ήταν περίπου στο μέγεθος μιας γάτας.
Ο Δρ Λόνγκριτς πρόσθεσε: «Επειδή τα θηλαστικά ανέκαμψαν τόσο γρήγορα μετά την εξαφάνιση, έχουμε την τάση να υποθέτουμε ότι δεν τους χτύπησε τόσο σκληρά».
«Ωστόσο, η ανάλυσή μας δείχνει ότι τα θηλαστικά επλήγησαν σκληρότερα από ότι οι περισσότερες ομάδες ζώων, όπως οι σαύρες, χελώνες, κροκόδειλοι, αλλά αποδείχθηκε ότι ήταν και πολύ πιο προσαρμόσιμα στον απόηχο του τραγικού χτυπήματος».
«Δεν ήταν τα χαμηλά ποσοστά εξαφάνισης, αλλά η ικανότητα να ανακάμψουν και να προσαρμοστούν μετά την εξαφάνιση, αυτό που οδήγησε τα θηλαστικά να καταλάβουν τον πλανήτη».
Οι ερευνητές ανέλυσαν όλα τα γνωστά είδη θηλαστικών στη Βόρεια Αμερική από τα τέλη της Κρητιδικής περιόδου για την εξαγωγή των συμπερασμάτων τους.
Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα της εξελικτικής βιολογίας.