.

Τρίτη 20 Μαρτίου 2018

ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ: "Η δημοκρατία είναι το χειρότερο πολίτευμα..."

 
 
"Έχει ειπωθεί ότι η δημοκρατία είναι το χειρότερο πολίτευμα, με την εξαίρεση όλων των άλλων που έχουν δοκιμαστεί."
Winston Churchill

Ένα ευφυολόγημα. Στην δημοκρατία αρέσουν τα ευφυολογήματα. Για τον Πλάτωνα ήδη, οι βασικοί της ιδεολογικοί εκφραστές λέγονται σοφιστές. Η δημοκρατία αγαπά τους σοφιστές και τους σοφισμούς.

Ένα ευφυολόγημα με την δομή παραδοξολογίας. Στην δημοκρατία αρέσει η παραδοξολογία. Είναι το χειρότερο πολίτευμα, εκτός από όλα τα άλλα. Είναι πραγματική δημοκρατία στον βαθμό που δίνει φωνή σε αυτούς που την εχθρεύονται. Είναι η ίδια ο χειρότερος εχθρός του εαυτού της. Είναι το πολίτευμα που όταν μιλά για τον εαυτό του λέει τα χειρότερα, για αυτό παραμένει το καλύτερο.

Ποιος μιλά παραδοξολογικά, ποιος ευφυολογεί;  Ο Γουίνστον Τσώρτσιλ, που έβλεπε την δημοκρατία ως απαραίτητο κακό, μιας και ο ίδιος ήταν ολιγαρχικός ιδεολογικά. Την δημοκρατία την επαινούν οι ίδιοι οι εχθροί της:  ένα ακόμα παράδοξο.

Ποιος μιλά παραδοξολογικά, ποιος ευφυολογεί; Όχι ο Γούινστον Τσώρτσιλ, καθόλου αυτός, κάποιος άλλος: "έχει ειπωθεί...". Από ποιον; Όχι από τον Τσώρτσιλ, ο οποίος όμως χρεώνεται παρ' όλα αυτά το ευφυολόγημα από την ιστορία, αλλά, σύμφωνα με το ίδιο το ευφυολόγημα, από κάποιον άλλο, που δεν ονομάζεται, και τον οποίο η παθητική εκφορά του λόγου καθιστά για πάντα ανώνυμο. Κάποιον ή κάποιους, αυτό δεν διευκρινίζεται από την παθητική εκφορά του λόγου· είναι αυτό που η παθητική εκφορά αφήνει ασαφές. Η δημοκρατία επαινείται επώνυμα και επαινείται ανώνυμα, επαινείται από το άτομο και επαινείται από τους πολλούς. 

Πώς επαινείται η δημοκρατία; Αρχικά, με μια καταδίκη: "η δημοκρατία είναι το χειρότερο πολίτευμα..." Και κατόπιν με μια πρόταση επί της εξαίρεσης που αντιστρέφει απόλυτα το νόημα της μοναδικότητάς της:  είναι το χειρότερο πολίτευμα εκτός από όλα τα άλλα, δηλαδή το καλύτερο συγκριτικά, αφού όλα τα άλλα είναι χειρότερα του χειρότερου.

Πώς επαινείται η δημοκρατία; Με μια διατύπωση για το απόλυτο ("το χειρότερο"), ή οποία, μια ανάσα μετά, μεταμορφώνεται σε διατύπωση για το συγκριτικό ("με την εξαίρεση όλων των άλλων"). Με την εναλλαγή δύο οπτικών διαφορετικής τάξης. Η πρώτη κοιτάζει, αυτό προκύπτει εκ των υστέρων, μόνο τη δημοκρατία, και ανακαλύπτει τόσες πολλές αδυναμίες που ανακηρύσσει, κάπως βιαστικά, πως δεν υπάρχει χειρότερο πολίτευμα, πως η δημοκρατία είναι το χειρότερο όλων. Η δεύτερη οπτική έρχεται από έναν άλλο χρόνο, από ένα χρονικό σημείο κατοπινό, όπου το ίδιο αυτό βλέμμα έχει θυμηθεί πως υπάρχουν παρ' όλα αυτά και άλλα πολιτεύματα, τα έχει αναλογιστεί, και έχει αποφασίσει --νοητικά εκ των υστέρων, αλλά σε ό,τι αφορά την ένταξη στον λόγο, σχεδόν ταυτόχρονα-- ότι είναι όλα τους χειρότερα του χειρότερου, το οποίο τελικά, αναπάντεχα, είναι το καλύτερο. 

Πώς επαινείται η δημοκρατία; Με έναν μη έπαινο που όμως είναι έπαινος, με έναν έπαινο που ταιριάζει και αρμόζει στη δημοκρατία. Γιατί η δημοκρατία είναι σεμνή. Είναι ταπεινή. Δεν αρέσκεται στους επαίνους, δεν της αρέσουν οι θριαμβολογίες, ούτε οι απολυτότητες. Εάν είναι να επαινεθεί, πρέπει να επαινεθεί παραδοξολογικά, με έναν έπαινο που δεν είναι έπαινος, με έναν μη έπαινο που τελικά είναι έπαινος. Λόγω σεμνότητας. Επειδή οι θριαμβολογίες και οι απολυτότητες και οι προτάσεις που είναι καθαρά καταφατικές ταιριάζουν σε άλλα πολιτεύματα, απολυταρχικά, ολοκληρωτικά. Στην δημοκρατία ταιριάζουν οι αντιφάσεις, γιατί είναι η ίδια αντίφαση, γιατί θρέφεται από την αντίφαση. 

Μια ταπεινότητα που βαυκαλίζει. "Είμαι σεμνή, είμαι τόσο σεμνή!" λέει η δημοκρατία. Το λέει τόσο συχνά και τόσο πολύ, που η δήλωσή της έχει χάσει κάθε σεμνότητα. Είναι τόσο σίγουρη για την σεμνότητά της, η ταπεινότητά της είναι κάτι που αρέσκεται να διατυμπανίζει τόσο πολύ, που δεν είναι στ' αλήθεια ούτε σεμνότητα ούτε ταπεινότητα. Άλλο ένα παράδοξο. Αλλά αυτό το παράδοξο δεν το αγαπά η δημοκρατία. Δεν είναι από αυτά τα παράδοξα που της αρέσουν να ακούει όταν μιλά κανείς για αυτή. Στην δημοκρατία αρέσει μια κριτική η οποία να καταλήγει σε έπαινο, της αρέσει μόνο η κριτική η οποία μπορεί να αναδιατυπωθεί ως έπαινος. Στην δημοκρατία αρέσουν οι μνηστήρες που φαίνονται να απομακρύνονται από αυτή μόνο για να ξαναγυρίσουν σ' αυτή. Στην δημοκρατία αρέσει μόνο το είδος εκείνο της απομάκρυνσης από αυτή το οποίο αποκαλύπτεται ως σκέρτσο και ως παιχνίδι, σηματοδοτώντας μια θριαμβευτική επιστροφή στην αγκαλιά της: "μα, τελικά, είστε και σεις ένας δημοκράτης, παραδεχτείτε το..." Η δημοκρατία, που δεν είναι απολυταρχία και δεν είναι ολοκληρωτισμός, είναι απόλυτη πάνω σε αυτό: τα πάντα πρέπει να παραμείνουν σε τροχιά γύρω της, τα πάντα πρέπει να μιλούν, τελικά, για αυτή. Στα Φαντάσματα του Μαρξ, ο Ντεριντά της προσφέρει τον ύστατο φόρο τιμής: έναν φόρο τιμής στον Μαρξ που δεν είναι φόρος τιμής στον Μαρξ αλλά σε αυτό που ο Μαρξ εχθρεύτηκε -- την δημοκρατία. Και η δημοκρατία, μπολιασμένη με την φλόγα και την ευφυία του εχθρού της όπως της την επιστρέφει κολακευτικά ο φίλος της, κοιτάζεται στον καθρέφτη και ανακαλύπτει ξανά την αιώνια νεότητά της, αυτήν που της προσφέρουν οι ίδιοι οι εχθροί της, όσοι την λοιδωρούν και την ψέγουν. Ναι, η δημοκρατία δεν είναι καθόλου καλή, ο Μαρξ είχε δίκαιο, αλλά τι άλλο είναι ο Μαρξ παρά ένας τρόπος του να μιλάς για την υπόσχεση της δημοκρατίας, για την δημοκρατία ως υπόσχεση, για την δημοκρατία που έρχεται πέρα από τον Μαρξ, μετά τον Μαρξ, παρά τον Μαρξ; 

Ένας πολυφωνικός αυτισμός. Μια ετερογενής ομοιογένεια. Μια αντικειμενικότητα απολύτως υποκειμενική. "Η δημοκρατία είναι το χειρότερο πολίτευμα, με την εξαίρεση όλων των άλλων." Ποιός το λέει; Όχι ο Τσώρτσιλ. Όχι κάποιος ή κάποιοι άλλοι, ανώνυμοι. Όχι τουλάχιστον, μόνο αυτοί. Το λένε όλοι οι δημοκράτες. Το λέει η δημοκρατία. Η σύγκριση και η κρίση γίνεται από αυτούς. Αυτός που κρίνει τον εαυτό του πρώτα χειρότερο όλων και μετά καλύτερο όλων, χειρότερο και καλύτερο όλων ταυτόχρονα, είναι η δημοκρατία. Αυτός που κρίνει τον εαυτό του αλλά κρίνει και όλους τους άλλους από την θέση του υπέρτατου κριτή, του τελικού κριτή, του κριτή στο τέλος της ιστορίας, είναι η δημοκρατία. Αυτός που επαινείται λοιδωρούμενος, που επαινείται ενώ φαίνεται να λοιδωρείται, είναι η δημοκρατία. Αυτός που κομπορρημονεί δια της αδιαλείπτου ταπεινοφροσύνης είναι η δημοκρατία. Αυτός που δεν μιλά για τίποτα άλλο εκτός από τον εαυτό του, ακόμα και όταν μοιάζει να μιλά ενάντια στον εαυτό του, ιδιαίτερα τότε --αυτός που επικρατεί κάθε φορά που μιλούμε για το πολίτευμα και την πολιτική και που επικρατεί απόλυτα, ολοκληρωτικά-- είναι η δημοκρατία. Αυτός που ενώ προσποιείται πως μιλά για τον εαυτό του ως πολίτευμα δεν μιλά ωστόσο ως πολίτευμα --ως μια ακόμα απλή διάταξη της δομής της εξουσίας-- αλλά ως ηθική, ως τρόπος σκέψης, ως οντολογία, ως μεταφυσική, είναι η δημοκρατία. Η δημοκρατία. Η δημοκρατία. Η δημοκρατία. Πάντα, παντού, διαρκώς, ad nauseam, η δημοκρατία. Δημοκρατικά. Ολωσδιόλου δημοκρατικά.