Το βίντεο με τον ξυλοδαρμό πολίτη σε αστυνομικά κρατητήρια της Πόλης Χρυσοχούς από δύο αστυνομικούς γίνεται αποδεκτό από το δικαστήριο ως τεκμήριο, μετά την τροποποίηση της σχετικής νομοθεσίας, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο Γενικός Εισαγγελέας Κώστας Κληρίδης κληθείς να σχολιάσει το συγκεκριμένο περιστατικό.
Ο κ. Κληρίδης είπε ότι ο φάκελος της υπόθεσης με το πόρισμα της Αρχής Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας διαβιβάστηκε στη Γενική Εισαγγελία στις 19 Μαΐου του 2015, σημειώνοντας ότι το πόρισμα, ομολογουμένως, διαπίστωνε τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων και εισηγείτο την ποινική δίωξη των δύο αστυνομικών.
Στις 26 Ιουνίου, πρόσθεσε ο κ. Κληρίδης, και αφού μελετήθηκε το περιεχόμενο του πορίσματος, ακολούθως δόθηκαν οδηγίες για άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον των αστυνομικών.
Ο Γενικός Εισαγγελέας ανέφερε επίσης ότι το θύμα του ξυλοδαρμού είχε καταδικαστεί από το δικαστήριο σε 18 μήνες φυλακή με αναστολή για επίθεση και τραυματισμό αστυνομικού.
Όπως είπε στο ΚΥΠΕ ο κ. Κληρίδης, το βίντεο θα κατατεθεί ως τεκμήριο στο δικαστήριο το οποίο γίνεται αποδεκτό μετά την τροποποίηση της σχετικής νομοθεσίας με αφορμή την υπόθεση του ξυλοδαρμού των δύο φοιτητών στη Λευκωσία το 2005 από αστυνομικούς.
Το βίντεο έχει ήδη γίνει αποδεκτό από το δικαστήριο στην ποινική υπόθεση εναντίον του θύματος ως κατηγορουμένου, κατέληξε ο Γενικός Εισαγγελέας.
Υπ. Δικαιοσύνης: Οταν συμπληρωθεί η έρευνα θα τεθούν σε διαθεσιμότητα
Η Αστυνομία δεν έχει ανάγκη αυτούς τους αστυνομικούς, οι οποίοι προκαλούν ντροπή στο Σώμα και στους χιλιάδες αστυνομικούς που κάνουν ευσυνείδητα τη δουλειά τους, είπε ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης Ιωνάς Νικολάου, προσθέτοντας ότι η περίοδος της ατιμωρησίας έχει παρέλθει.
Σε δηλώσεις του το απόγευμα για την υπόθεση του ξυλοδαρμού πολίτη από αστυνομικούς, στον Αστυνομικό Σταθμό της Πόλης Χρυσοχούς, είπε ότι με τη συμπλήρωση της έρευνας από την Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας (ΑΑΔΙΠΑ), οι δύο θα τεθούν άμεσα σε διαθεσιμότητα και θα ασκηθεί πειθαρχική δίωξη.
Επανέλαβε, εξάλλου, ότι πολιτική του Υπουργείου είναι η επίδειξη μηδενικής ανοχής για τέτοιου είδους συμπεριφορές, ενώ ανέφερε ότι δεν πρόκειται να υπάρξει οποιαδήποτε προσπάθεια συγκάλυψης.
Ο Υπουργός απέρριψε, εξάλλου, τις επικρίσεις για το ότι δεν ζήτησε να τεθούν σε διαθεσιμότητα οι δύο αστυνομικοί, λέγοντας ότι προτού απευθύνουν επικρίσεις στον Υπουργό Δικαιοσύνης, κάποιοι θα πρέπει να γνωρίζουν τις πρόνοιες του νόμου.
«Πρόκειται για ένα καταδικαστέο και θλιβερό περιστατικό», ανέφερε ο Ιωνάς Νικολάου, προσθέτοντας ότι η οποιαδήποτε προσπάθεια δικαιολόγησης της συμπεριφοράς των Αστυνομικών είναι επικίνδυνη για την Αστυνομία.
«Κανένα `ναι μεν, αλλά` δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη συμπεριφορά των δύο αστυνομικών, όπως αυτή καταγράφηκε στο βίντεο. Τίποτα δεν μπορεί να δικαιολογήσει την άσκηση βίας από αστυνομικό σε κρατούμενο. Τόσο στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως και σε κάθε παρόμοια περίπτωση, η απάντησή μας είναι η μηδενική ανοχή», είπε.
Ανέφερε ότι με τη συμπλήρωση της έρευνας από πλευράς της ΑΑΔΙΠΑ, η Αστυνομία θα θέσει άμεσα σε διαθεσιμότητα τους δύο αστυνομικούς και θα ασκήσει πειθαρχική δίωξη στα πρόσωπα που εισηγείται η Αρχή.
Αναφερόμενος στους ισχυρισμούς για αμέλεια από πλευράς του Υπουργείου και της ηγεσίας της Αστυνομίας, αναφορικά με τη διαθεσιμότητα των αστυνομικών, είπε ότι κάτι τέτοιο δεν συνάδει με τη νομοθεσία, καθώς «δεν δύναται να αρχίσει, αλλά και ούτε να συνεχίσει πειθαρχική διαδικασία σε περίπτωση που αρχίζει διαδικασία διερεύνησης παραπόνου που υποβλήθηκε προς την Αρχή».
Συνέχισε, λέγοντας ότι σύμφωνα με το νόμο, μόνο η Αρχή θα μπορούσε να ζητήσει από τον Αρχηγό της Αστυνομίας, αν έκρινε σκόπιμο, να θέσει σε διαθεσιμότητα τους δύο Αστυνομικούς, μέχρι που να συμπληρωθεί η διερεύνηση.
Διευκρίνισε παράλληλα ότι «ο Υπουργός Δικαιοσύνης δεν έχει εκ του νόμου οποιαδήποτε αρμοδιότητα αναφορικά με τη διαδικασία διερεύνησης, τον τρόπο, ή το χρόνο διερεύνησης οποιουδήποτε παραπόνου που υποβάλλεται στην Αρχή».
Είπε, εξάλλου, ότι τελικά όλοι συμφώνησαν ότι υπήρξε καθυστέρηση στη διερεύνηση, καθώς μετά την υποβολή του παραπόνου στην Αρχή, χρειάστηκαν 13 μήνες για να αποσταλεί ο φάκελος στον Γενικό Εισαγγελέα, ενώ μέχρι σήμερα δεν κατέστη δυνατό να κατηγορηθούν οι δύο αστυνομικοί.
Ο κ. Νικολάου είπε ότι επικοινώνησε νωρίς σήμερα το πρωί, τόσο με το Γενικό Εισαγγελέα όσο και με τον Πρόεδρο της Αρχής, ζητώντας από τον Πρόεδρο της ΑΑΔΙΠΑ Ανδρέα Σπυριδάκη όπως ολοκληρωθεί σήμερα η διαδικασία ενώπιον της Αρχής και αποσταλεί ο φάκελος αυθημερόν, για να προχωρήσει ο Αρχηγός Αστυνομίας στην εξέταση του θέματος.
«Τόνισα ότι πρόκειται για πολύ σοβαρά ποινικά αδικήματα, από μέλη της Αστυνομίας και η διερεύνησή τους θα έπρεπε να προχωρήσει άμεσα και χωρίς καθυστέρηση», είπε.
Διαβεβαίωσε, εξάλλου, ότι «δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή οποιαδήποτε προσπάθεια συγκάλυψης οποιασδήποτε υπόθεσης, η οποία θα διερευνηθεί και για την οποία διαπιστώνονται, ποινικές ή πειθαρχικές ευθύνες».
Μάλιστα, ανέφερε ότι συνεννοήθηκε με το Γενικό Εισαγγελέα, ώστε κάθε παράπονο που υποβάλλεται, είτε στο Υπουργείο, είτε στην Αστυνομία, να αποστέλλεται αμέσως στον Γενικό Εισαγγελέα και να διερευνάται είτε από την Ανεξάρτητη Αρχή, είτε από Ποινικό Ανακριτή που θα ορίσει ο ίδιος.
Αναφέρθηκε, τέλος, στην αλλαγή που υπάρχει στο χειρισμό της υπόθεσης, σε σχέση με το παρελθόν και συγκεκριμένα με υπόθεση του 2005, που αφορούσε τον ξυλοδαρμό δύο φοιτητών. Τότε, ανέφερε, η διερεύνηση της υπόθεσης άρχισε μετά τη δημοσίευση σχετικού βίντεο, ενώ η υπόθεση ολοκληρώθηκε το 2009.
Είπε, επίσης, ότι τότε δεν υπήρξε καμία τοποθέτηση του Υπουργού Δικαιοσύνης, ενώ σήμερα επικρίνεται ο Υπουργός γιατί μίλησε με σαφήνεια και κατηγορηματικά για το συγκεκριμένο περιστατικό. Κατέληξε, λέγοντας ότι δεν θα πρέπει να ανησυχούν, «τόσο οι φίλοι από την ΕΔΕΚ, όσο και ο κ. Λιλλήκας», ο οποίος ήταν τότε Υπουργός Εξωτερικών, «ότι θα επαναληφθεί το ίδιο».
Στην Αρχή Διερεύνησης παραπέμπει ο Αρχηγός Αστυνομίας
Η αστυνομική βία, η οποία ασκείται εκτός των πλαισίων του νόμου, παίρνει το Σώμα πολλά χρόνια πίσω, δήλωσε ο Αρχηγός της Αστυνομίας Ζαχαρίας Χρυσοστόμου, αναφορικά με την υπόθεση ξυλοδαρμού κρατουμένου από μέλη της Αστυνομίας.
Σε σημερινές του δηλώσεις, ο κ. Χρυσοστόμου απάντησε στις επικρίσεις ότι οι δύο αστυνομικοί δεν είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα και για τη μη άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον τους, λέγοντας πως η Αστυνομία δεν είχε εξουσία να διατάξει πειθαρχική έρευνα εναντίον των μελών της, εφόσον δεν είχε τεθεί ενώπιον της ο φάκελος της έρευνας που διεξήγαγε η Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομία, που να βεβαιώνει τη διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος και να περιέχει την απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα για ποινική δίωξη.
Ο κ. Χρυσοστόμου απέρριψε αναφορές του Προέδρου της Ανεξάρτητης Αρχής Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας, Ανδρέα Σπυριδάκη τόσο σε τηλεοπτικό σταθμό χθες όσο και στο ΚΥΠΕ σήμερα ότι «δεν μπορεί η Αρχή να εισηγηθεί στην Αστυνομία τη διαθεσιμότητα οποιουδήποτε μέλους της, το οποίο κατηγορείται για οποιοδήποτε αδίκημα» και ότι «θα μπορούσε η Αρχή, αλλά και το Υπουργείο Δικαιοσύνης και η Ηγεσία της Αστυνομίας να εισηγηθούν και να τεθούν σε διαθεσιμότητα οι δύο αστυνομικοί».
Όπως είπε, στις περιπτώσεις διερεύνησης υπόθεσης από την Ανεξάρτητη Αρχή, για να τεθεί μέλος της Αστυνομίας σε διαθεσιμότητα, σύμφωνα με το άρθρο 13(3) του σχετικού νόμου, θα πρέπει να υποβληθεί εισήγηση από την Αρχή προς τον Αρχηγό Αστυνομίας.
Επεσήμανε ακόμη πως σύμφωνα με το άρθρο 17 της ίδιας νομοθεσίας, η Αστυνομία προχωρεί σε άσκηση πειθαρχικής δίωξης σε κάθε περίπτωση που η Αρχή διαβιβάζει στο Αρχηγό Αστυνομίας τον φάκελο της υπόθεσης και αφού από αυτόν προκύπτει η διάπραξη πειθαρχικών αδικημάτων, προσθέτοντας ότι σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, δεν ασκείται πειθαρχική δίωξη προτού ληφθεί απόφαση από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας στο θέμα άσκησης ποινικής δίωξης.
«Επομένως», είπε, «με βάση τις πρόνοιες της νομοθεσίας όπως τις έχω προαναφέρει, τόσο η Αστυνομία, πολύ δε περισσότερο το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως δεν είχαν εξουσία, να θέσουν σε διαθεσιμότητα τα συγκεκριμένα μέλη της Αστυνομίας, από τη στιγμή που δεν υποβλήθηκε τέτοια εισήγηση από την Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας».
Ανέφερε περαιτέρω πως «η Αστυνομία δεν είχε εξουσία να διατάξει πειθαρχική έρευνα εναντίον των μελών της, εφόσον δεν είχε τεθεί ενώπιον της ο φάκελος της έρευνας που διεξήγαγε η Αρχή, που να βεβαιώνει τη διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος και να περιέχει την απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα για ποινική δίωξη».
«Συνεπώς, τα όποια πειθαρχικά και άλλα μέτρα που ενδέχεται να ληφθούν από πλευράς Αρχηγού Αστυνομίας, θα ληφθούν, όταν και εφόσον ο φάκελος της υπόθεσης τεθεί ενώπιον μου», συνέχισε.
Παράλληλα, ο κ. Χρυσοστόμου τόνισε ότι «η αστυνομική βία, η οποία ασκείται εκτός των πλαισίων του νόμου, αποτελεί τη χειρότερη μορφή κατάχρησης εξουσίας προκαλεί οργή και αγανάκτηση, αλλά και ταυτόχρονα ντροπή, γιατί ως Σώμα μας παίρνει πολλά χρόνια πίσω».
«Τέτοιες απαράδεκτες και καταδικαστέες συμπεριφορές», είπε, «αδικούν πρωτίστως τον πολίτη, τον οποίο έχουμε καθήκον και υποχρέωση να υπηρετούμε, αλλά αδικούν και την τεράστια πλειοψηφία των μελών μας που εργάζονται με ευσυνειδησία, αφοσίωση, αυταπάρνηση, πολλές φορές θέτοντας εαυτόν σε κίνδυνο, για την προστασία του πολίτη και της περιουσίας του».
Επανέλαβε για ακόμη μία φορά «αυτό που έχω πει κατ’ επανάληψη από την πρώτη μέρα ανάληψης των καθηκόντων μου, ότι επιδεικνύεται και θα επιδεικνύεται μηδενική ανοχή σε κάθε μορφή κατάχρησης εξουσίας από μέλη της Αστυνομίας», για να προσθέσει ότι «όσοι λειτουργούν εκτός Νόμου και εκτός των όσων θέλουμε να πρεσβεύει η Αστυνομία σήμερα, δεν έχουν θέση στις τάξεις της».
Απαντώντας σε ερωτήσεις, ο κ. Χρυσοστόμου είπε ότι ο ίδιος δεν γνώριζε νωρίτερα για την ύπαρξη του βίντεο, ενώ σε παρατήρηση ότι οι δύο αστυνομικοί που εμφανίζονται στο βίντεο συνεχίζουν να βρίσκονται στις τάξεις της Αστυνομίας, απάντησε ότι δεν έχει την εξουσία ο Αρχηγός της Αστυνομίας να τους θέσει σε διαθεσιμότητα.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο κ. Χρυσοστόμου είπε πως η υπόθεση αυτή συνέβη πριν ο ίδιος αναλάβει τα ηνία της Αστυνομίας, ενώ ερωτηθείς αν ήταν ενήμερος για την υπόθεση απάντησε καταφατικά και «περιμέναμε τη διερεύνηση της υπόθεσης από την Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης και την έκβαση της υπόθεσης».
Για λεπτή αλλά καθαρή διαχωριστική γραμμή μιλά ο ΔΗΣΥ
Ο Εκπρόσωπος Τύπου του ΔΗΣΥ Πρόδρομος Προδρόμου δήλωσε ότι «κανείς δεν πρέπει ατιμώρητα να υπερβαίνει τη γραμμή ανάμεσα στη δικαιολογημένη καταστολή και την παράνομη άσκηση βίας»
Υπάρχει, πρόσθεσε, μια λεπτή αλλά καθαρή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο δικαιολογημένο έργο καταστολής και την κατάχρηση με παράνομη άσκηση βίας.
Ο Εκπρόσωπος του ΔΗΣΥ καταδίκασε το κρούσμα βίας ενώ χαιρέτισε την αντίδραση τόσο του υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης όσο και του Αρχηγού της Αστυνομίας.
Αναμένουμε, κατέληξε, την υπηρεσιακή διερεύνηση.
Για αποσπασματική παρουσίαση μιλά ο ΣΑΚ
Ο Σύνδεσμος Αστυνομίας Κύπρου (ΣΑΚ) καταδίκασε, δια του Προέδρου του Ανδρέα Συμεού, το περιστατικό ξυλοδαρμού κρατούμενου στον Αστυνομικό Σταθμό Πόλης Χρυσοσχούς, κάνοντας, όμως, λόγο για αποσπασματική παρουσίαση του όλου επεισοδίου.
«Δεν είναι μόνο το στιγμιότυπο που είδαμε στο βίντεο και για το οποίο καλούμαστε να δώσουμε εξηγήσεις. Ήταν ένα μεγάλο επεισόδιο κατά το οποίο ο συλληφθείς από την ΥΚΑΝ εντός του σταθμού δεν ερευνήθηκε για πολλούς και διάφορους λόγους. Προσπάθησαν οι δύο αστυνομικοί του Σταθμού Πόλης Χρυσοχούς να ερευνήσουν το εν λόγω πρόσωπο, όμως αυτός επιτέθηκε στους αστυνομικούς με μαχαίρι, μαχαίρωσε τον ένα καταφέρνοντας πάνω από δέκα χτυπήματα στον αστυνομικό, ο οποίος μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Πόλης Χρυσοχούς. Ο άλλος αστυνομικός κάλεσε βοήθεια και έτσι εξελίχτηκε το όποιο επεισόδιο», δήλωσε μεταξύ άλλων σε διάσκεψη Τύπου για το θέμα.
Ερωτηθείς κατά πόσο αυτό το οποίο προηγήθηκε δικαιολογεί αυτό που ακολούθησε με τον άγριο ξυλοδαρμό του συλληφθέντα, αλλά και κατά πόσο οι αστυνομικοί πρέπει να παίρνουν το νόμο στα χέρια τους, ο κ. Συμεού είπε ότι πολλές φορές η Αστυνομία δεν μπορεί να κάνει έρευνα σε κάποιο ύποπτο για πολλούς και διάφορους λόγους.
ΚΥΠΕ